Γ) ΕΠΕΙΓΕΙ ΕΝΑΣ ΚΟΙΝΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ
ΑΛΛΗ MIA ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΤΑΓΜΑΤΟΣ
« ΟΛΗ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΟ ΛΑΟ»
« ΟΛΗ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΟ ΛΑΟ»
Ο κρατικός μηχανισμός σαν όλον αποτελείται από μικρότερους μηχανισμούς (θεσμούς). Τα βασικά δομικά στοιχεία της κρατικής ολότητας για τον καλύτερο καταμερισμό δραστηριοτήτων της είναι:
1) Κανονιστικός-διατακτικός ή «νομοθετικός» μηχανισμός.
2) Ελεγκτικός ή «δικαστικός» μηχανισμός.
3)Μηχανισμός βίαιης- καταναγκαστικής επιβολής ή εκτελεστικός μηχανισμός (κυρίως αστυνομία, στρατός- ένστολοι θεσμοί- κλπ)
Οι δύο πρώτοι μηχανισμοί είναι «ετερόφωτοι» όσον αφορά στην ισχύ τους – εξουσία τους. Από μόνοι τους δεν έχουν καμιά δύναμη.
Όσους κανόνες – διαταγές- «νόμους» και να φτιάξει ο κανονιστικός-διατακτικός-«νομοθετικός» μηχανισμός δια μέσου των ιδιαίτερων διαδικασιών- «λειτουργιών» του αν δεν έχει τη δύναμη να τους επιβάλει τότε όλη αυτή η παραγωγή δεν έχει καμιά αξία.
Επίσης όσες αποφάσεις και να βγάλει ο ελεγκτικός-«δικαστικός» μηχανισμός αν δεν έχει τη δύναμη να επιβάλει τις αποφάσεις του τότε όλες τους είναι εντελώς άχρηστες.
Η δύναμη που δίνει υπόσταση σε αυτούς τους μηχανισμούς και η δύναμη που υλοποιεί τις αποφάσεις τους είναι η δύναμη που τους παρέχεται από τον τρίτο μηχανισμό ο οποίος είναι δύναμη επιβολής. Η εκτελεστική λοιπόν εξουσία «μεταγγίζει» την εξουσία της στους άλλους δύο μηχανισμούς και από «απλούς» μηχανισμούς τους καθιστά εξουσιαστικούς μηχανισμούς.
Μία παρένθεση. Έτσι μιλάμε πια για κανονιστική – «νομοθετική» εξουσία και ελεγκτική-«δικαστική» εξουσία επειδή έχει «μεταγγιστεί» στους μηχανισμούς αυτούς η εξουσία - βία της εκτελεστικής. Λέμε επίσης κανονιστική εξουσία την δύναμη που φτιάχνει και επιβάλει κανόνες στην κοινωνία. Τώρα αν αυτούς τους κανόνες τους φτιάχνει και τους επιβάλει μια μειοψηφία ενώ η πλειοψηφία που πρέπει να τους εφαρμόσει δεν τους δέχεται τότε οι κανόνες αυτοί είναι διαταγές και ετούτη την κανονιστική εξουσία μπορούμε να την ονομάσουμε και διατακτική.
Αντίθετα αν τους κανόνες της κανονιστικής εξουσίας τους φτιάχνει η πλειοψηφία και φυσικά δέχεται την εφαρμογή τους τότε τους κανόνες αυτούς τους ονομάζουμε νόμους και την κανονιστική εξουσία που παράγει και επιτηρεί την εφαρμογή τους, την ονομάζουμε Νομοθετική Εξουσία.
Άρα δεν μπορούμε να μιλάμε για «νομοθετική» (ή για νομοθετική εξουσία αύριο) χωρίς την ύπαρξη της εκτελεστικής. Δίχως την ύπαρξη της εκτελεστικής που συνδράμει με τη βία της την κανονιστική-«νομοθετική», μιλάμε σκέτα είτε για «νομοθετικές διαδικασίες» είτε για «νομοθετικό» μηχανισμό παραγωγής διαταγών χωρίς αντίκρισμα κλπ.
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ +ΔΥΝΑΜΗ ΒΙΑΙΗΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ( ένοπλων θεσμών εκτελεστικής εξουσίας) = ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ
(παραλείπουμε για λόγους συντόμευσης την ελεγκτική-«δικαστική» γιατί είναι «αποσχισμένο» παρακλάδι ή συμπλήρωμα της εκτελεστικής. Άλλωστε σε παλαιότερες εποχές η εκτελεστική και η ελεγκτική ήταν ένα).
Εδώ διαφαίνεται καθαρά το καθοριστικό μέγεθος της αξίας της εκτελεστικής εξουσίας-βίας μέσα στα πλαίσια του όλου κρατικού μηχανισμού. Δίχως αυτή δεν γίνεται τίποτα. Είναι το απαραίτητο μέσον για την κατοχή όλων των εξουσιών μέσα σε κάθε κοινωνία. Η ύπαρξή της είναι καθοριστικής σημασίας για την υλοποίηση των κανόνων εκείνου του υποκειμένου που θέλει να προσανατολίσει προς συγκεκριμένη κατεύθυνση την κίνηση-συμπεριφορά της κοινωνίας.
Τεράστια λοιπόν η αξία της εκτελεστικής. Όμως το τεράστιο της αξίας της και το καθοριστικό της σημασίας της δεν πρέπει να μας παρασύρει σε λάθος εκτιμήσεις και να βάλουμε το άλογο πίσω απ το κάρο.
Η εκτελεστική εξουσία ανήκει στην κατηγορία του μέσου και σαν μέσον την αξιολογούμε.
Ποιος είναι ο λόγος ύπαρξης της εκτελεστικής; Ποιος είναι ο άμεσος σκοπός της εκτελεστικής;
Μα προφανώς η υπηρεσία της στην στήριξη του θεσμού της κανονιστικής (στήριξή της και εφαρμογή των αποφάσεών της -διαταγών ή νόμων-).
Η εκτελεστική από μόνη της δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης και επομένως δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν μπορεί να θέτει τον εαυτό της σαν σκοπό. Μπορεί μόνο να τίθεται σαν μέσον για την εξυπηρέτηση ενός άλλου σκοπού. Και ο σκοπός της είναι η επιβολή κανόνων συμπεριφοράς σε άλλα υποκείμενα.
Ο σκοπός όμως έχει πάντα μεγαλύτερη αξία στην ανθρώπινη πράξη (ατομική ή συλλογική) σε σχέση με το μέσον γιατί στην ανθρώπινη πράξη υπάρχουν κατά κανόνα εναλλακτικά μέσα για τον ίδιο σκοπό. Όμως ακόμα και όταν δεν υπάρχουν εναλλακτικά μέσα, γιατί κάποιο συγκεκριμένο μέσον είναι καθοριστικό για την επίτευξη του σκοπού, πάλι ο σκοπός έχει ουσιαστικά την μεγαλύτερη αξία γιατί εκφράζει την πραγματική θέληση-στόχευση ή την μεγαλύτερη θέληση ενός υποκειμένου.
Και εδώ, στον όλο κρατικό μηχανισμό, όλοι οι επί μέρους μηχανισμοί δηλαδή ο εκτελεστικός-βίας, ο ελεγκτικός-«δικαστικός» και ο κανονιστικός-«νομοθετικός» έχουν κοινό τον αμέσως απώτερο σκοπό. Όλοι τους σκοπεύουν στην εφαρμογή των αποφάσεων της κανονιστικής – «νομοθετικής».
Σημείωση α: Όταν κάποιος ζητά από ένα φίλο του να κάνουν ένα ταξίδι τότε ο φίλος του το πρώτο που θα τον ρωτήσει θα είναι το που. (που να πάμε;) Θα ρωτήσει δηλαδή πρώτα τον στόχο, το «πρόταγμα» και αν πάρει απάντηση τότε θα προχωρήσει σε ερωτήσεις πάνω στα μέσα , στο πως κλπ.
Στην ανθρώπινη πράξη, πρώτα τίθεται ο σκοπός ή ο στόχος και μετά βρίσκονται τα μέσα και οι διαδικασίες που μπορεί να είναι συμβατές στην υλοποίηση του όποιου σκοπού ή στόχου. Και αν δεν είναι απόλυτα κατάλληλα τα διαθέσιμα μέσα τότε αναπροσαρμόζεται ο σκοπός.
Σημείωση β: Από αυτή λοιπόν την άποψη δηλαδή από την θέση της αξίας του σκοπού στην ανθρώπινη πράξη, θα έπρεπε ήδη να έχει τεθεί από τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις σαν κεντρικό πρόταγμα - στόχος το «ΟΛΗ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΊΑ ΣΤΟ ΛΑΟ» Αλλά είναι πράγματι ο απώτερος στόχος της συλλογικής ή ατομικής πράξης;
Για να βρούμε αν πράγματι η κανονιστική εξουσία ή αλλιώς η νομοθετική είναι ο απώτερος υλικός σκοπός της ατομικής ή της συλλογικής πράξης του ανθρώπου ή είναι είτε ένα απλό μέσον είτε ένα καθοριστικό μέσον ενός άλλου απώτερου σκοπού, δεν πρέπει να σταματήσουμε εδώ το σκεπτικό μας.
Για να το δούμε αυτό θα πρέπει πρώτα να κάνουμε την εξής ερώτηση:
Για ποιο λόγο ας πούμε, ιστορικά, όλοι οι ολιγάρχες ήθελαν να έχουν την κατοχή της κανονιστικής εξουσίας (εκτελεστικού και κανονιστικού μηχανισμού);
Μα φυσικά για να μπορούν να διαμορφώνουν εκείνους τους κανόνες, εκείνο το κοινωνικό περιβάλλον ώστε να μπορούν να πραγματοποιούν καλύτερα τους οικονομικούς τους στόχους, την οικονομική εκμετάλλευση των άλλων.
Όμως με αυτό το δεδομένο η κατοχή της κανονιστικής εξουσίας φαίνεται να παύει να είναι ο απώτερος σκοπός του υποκειμένου που θέλει να την κατέχει. Εδώ ο απώτερος σκοπός είναι η εξυπηρέτηση της οικονομίας των λίγων και η κανονιστική εξουσία είναι ένα άκρως απαραίτητο μέσον, ένα καθοριστικό μέσον για την επίτευξη των οικονομικών τους στόχων. Δίχως κανόνες, διαταγές ή νόμους, κανενός είδους οικονομικό σύστημα δεν μπορεί να σταθεί. Η οικονομία είναι ένα κεντρικό καθοριστικό στοιχείο στη ζωή των ανθρώπων. Η παραγωγή και η χρήση υλικών αγαθών είναι ένας άκρως απαραίτητος παράγοντας για την ικανοποίηση των αναγκών του, την επιβίωσή του και την διαβίωσή του. Χωρίς την παραγωγή και χρήση υλικών αγαθών δεν υπάρχει ζωή.
Επομένως το προβάδισμα το παίρνει η οικονομία γιατί αυτή φαίνεται ότι είναι ο απώτερος σκοπός του υποκειμένου που θέλει να κατέχει την κανονιστική.
(Άρα το πιο κεντρικό και συμπυκνωμένο πρόταγμα – σύνθημα θα έπρεπε να αφορούσε κάτι σχετικό με την ουσία του οικονομικού συστήματος και κατά δεύτερο λόγο να υπήρχε και ο στόχος-σύνθημα που θα αφορούσε το καθοριστικό μέσο της κανονιστικής-νομοθετικής εξουσίας.)
Αλλά μήπως θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε ακόμα λίγο πιο κάτω;
Για να συνεχίσουμε λοιπόν το σκεπτικό μας θα πρέπει να κάνουμε την ερώτηση «αν η οικονομία – και σε πιο βαθμό- είναι ο απώτερος σκοπός των ολιγαρχών ή όχι». Πριν όμως προχωρήσουμε στην απάντηση χρειαζόμαστε σε αυτό το σημείο να κάνουμε μια παρένθεση με δύο επεξηγηματικές σημειώσεις.
Σημείωση1:
Κάθε ΘΕΛΗΣΗ, που τίθεται σε διαδικασία για υλοποίηση, ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΠΑΝΤΑ με κάποιον ΚΑΝΟΝΑ ή κανόνες (και στον προσωπικό και στον συλλογικό βίο). Και αντίστροφα, ο κάθε κανόνας «υποκρύπτει» μια θέληση.
Πχ σε προσωπικό επίπεδο, «θέλω ή πρέπει να πάω σε αυτό το χώρο» και σε κοινωνικό επίπεδο «δώσε μου ή φέρε μου εκείνο το αντικείμενο». Και οι δύο περιπτώσεις εκφράζουν ένα κανόνα και ο κανόνας εμπεριέχει μια θέληση.
Η «νοητική» θέληση (θ) εκφράζεται με τον κανόνα (κ) και η πραγματοποίηση του κανόνα (κ΄) δίνει υλική υπόσταση στη θέληση (θ΄). Έτσι έχουμε τη σχέση,
θέληση – κανόνας και κανόνας – θέληση (θ – κ-κ΄- θ΄)
Σημείωση 2:
Ο Μάρξ στο έργο του το κεφάλαιο και στο θέμα της κύκλησης του χρηματικού κεφαλαίου (παρμένο απ τον Αριστοτέλη) αναφέρει ότι: Κάποιος κεφαλαιούχος διαθέτει το Χρήμα για να το κάνει Εμπόρευμα με σκοπό αφού το πουλήσει να εισπράξει περισσότερο Χρήμα. ( Χ – Ε – Χ΄)
[ Ενώ ο εργάτης διαθέτει την εργατική του δύναμη σαν Εμπόρευμα για να εισπράξει Χρήμα με σκοπό να μπορεί να αγοράσει Εμπορεύματα με την χρήση των οποίων θα μπορέσει να ανανεώσει την εργατική του δύναμη ( Ε – Χ – Ε).]
Αν πάρουμε λοιπόν μία οποιαδήποτε από τις πιο πάνω σχέσεις πχ Χ – Ε – Χ΄ μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι
α) το Χρήμα είναι ταυτόχρονα και απαραίτητο μέσο και σκοπός απώτερος.
β) Επίσης σημαντικό και απαραίτητο μέσο είναι το Εμπόρευμα δια μέσου του οποίου το καθίσταται δυνατός ο σκοπός του Χ΄.
Δηλαδή βρισκόμαστε μπροστά σε περίπτωση όπου ένα απαραίτητο μέσο (με την παρεμβολή και άλλου μέσου) είναι επί της ουσίας του ταυτόχρονα και σκοπός (έστω και με άλλη μορφή).
Σε τούτο το σημείο ας ξανά πιάσουμε το σκεπτικό που κάναμε πριν τις σημειώσεις και να προσπαθήσουμε να δώσουμε απάντηση στο αν η οικονομία είναι ο τελικός σκοπός της ατομικής ή συλλογικής πράξης ή είναι και αυτή ένα απαραίτητο – καθοριστικό μέσον.
Σίγουρα η οικονομία, ή οι οικονομικές δυνατότητες σε κάποιο βαθμό (στα απαραίτητα πλαίσια για την διαβίωση) είναι καθοριστικό μέσον και σκοπός για την κάλυψη των αναγκών του ανθρώπου, για την ικανοποίησή του και την επιβίωσή του. Το πιο σημαντικό όμως ερώτημα που θα πρέπει να τεθεί εδώ δεν αφορά στην αξία της οικονομίας για την ικανοποίηση που θα προκύψει από την κάλυψη των βασικών αναγκών του ανθρώπου, οι οποίες διαμορφώνονται ιστορικά αλλά για τον λόγο της επιδίωξης κάποιων υποκειμένων για οικονομική δύναμη πολύ πάνω από τα επίπεδα που απαιτεί η βασική διαβίωση. Δηλαδή τι είναι αυτό που σπρώχνει ιστορικά τους αφέντες κάθε μορφής, όπως δουλοκτήτες, φεουδάρχες, καπιτα-ληστές κλπ να έχουν την ακόρεστη επιθυμία για όλο και περισσότερη οικονομική δύναμη - δυνατότητα πολύ πάνω από τους απαραίτητους όρους διαβίωσης - και αναπόφευκτα σε βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας-.
(Σε τούτο το σημείο θα έπρεπε οι επιστήμονες ψυχίατροι, που δεν ελέγχονται από το σύστημα, να μας έδιναν τις βαθύτερες ψυχολογικές αιτίες –ανασφάλειες κλπ που ωθούν αυτά τα άτομα-τέρατα με γραβάτα, στη θέληση για τόσο μεγάλα, για τόσα τερατώδη εγκλήματα για να καλύπτουν την ακόρεστη αυτή επιθυμία τους, την επιθυμία τους δηλαδή για διαρκή αποκόμιση ηδονής από την υλοποίηση της θέλησής τους σε βάρος των άλλων και συγκριτικά με τους άλλους σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Όμως στη προκείμενη ανάλυσή μας δεν μας είναι αναγκαία η γνώση για το πώς φτάνουν στο σημείο να έχουν αυτή τη θέληση. Έτσι ξεκινάμε από τη βάση της διαμορφωμένης θέλησής τους και όχι από τις διάφορες και πιθανόν πολλές αιτίες που διαμορφώνουν τη θέληση αυτή)
Γιατί λοιπόν οι διάφοροι μεγιστάνες επιδιώκουν την αύξηση της οικονομικής τους ισχύος; Γιατί επιδιώκουν «να θησαυρίζουν θησαυρούς επί της γης»;
Η εμφανής απάντηση είναι ότι επιθυμούν να δύνανται να υλοποιούν κατά τρόπο εύκολο τις όποιες θελήσεις τους στην προσωπική τους ζωή (και να αποκομίζουν ευχαρίστηση).
Περιληπτικά να πούμε ότι η οικονομική δύναμη δίνει τη δυνατότητα στον κατέχοντα αυτήν, να πραγματοποιεί ευκολότερα τις θελήσεις του και ειδικά τις Θελήσεις στις οποίες εμπόδιο για την πραγματοποίησή τους μπαίνει κάποιος άλλος ανθρώπινος παράγοντας, κάποια άλλη ανθρώπινη θέληση. Έτσι με την κατοχή της οικονομικής δύναμης – εξουσίας μπορεί να απειλήσει, να χρηματίσει, να εξαναγκάσει οικονομικά κλπ και να άρει αυτά τα εμπόδια και να υλοποιήσει την Θέλησή του.
Πριν τη σημείωση, 1 είχαμε φθάσει στη διαπίστωση ότι η κανονιστική εξουσία είναι ένα καθοριστικό μέσον για την υλοποίηση της οικονομικής εξουσίας. Η Κανονιστική εξουσία θέτει τους κανόνες που θα επιβληθούν στην κοινωνία για να διαμορφωθούν τελικά οι σχέσεις παραγωγής και γενικά οι οικονομικές σχέσεις των ανθρώπων. Όποιο υποκείμενο (λίγοι ή πλειοψηφία) κατέχει την κανονιστική εξουσία κατέχει και την οικονομία.
Η Κανονιστική εξουσία (Κ) είναι το μέσον και η Οικονομία (ΟΙΚ)είναι ο σκοπός (Κ – ΟΙΚ ).
Μετά τις σημειώσεις αναφέραμε ότι ένα υποκείμενο επιδιώκει σε προσωπικό επίπεδο κατοχή όλο και μεγαλύτερης Οικονομικής εξουσίας για να μπορεί να υλοποιεί τη Θέλησή του σε περισσότερες περιπτώσεις και καταστάσεις. Αυτό σε πρώτη φάση μπορεί να αναπαρίσταται με το ΟΙΚ - Θ.
Όμως η θέληση εκφράζεται, εκδηλώνεται πάντα με Κανόνες.
(Το (θ – κ-κ΄-θ΄)εκφράζει τη στενή σχέση μεταξύ νοητικής θέλησης (θ) με νοητικό κανόνα(κ) και την σχέση του υλοποιημένου αυτού του κανόνα (κ΄)με την υλοποίηση της θέλησης (θ΄).) Γι αυτό το ΟΙΚ – Θ μπορεί κάλλιστα να γραφτεί
ΟΙΚ – Κ, που σημαίνει ότι σε προσωπικό επίπεδο κάποιος επιδιώκει την κατοχή οικονομικής εξουσίας για να μπορεί να υλοποιεί τους κανόνες που του υπαγορεύει η θέλησή του. Επομένως αν πάρουμε τους κρίκους της αλυσίδας απ την αρχή θα έχουμε Κανονιστική Εξουσία (κρατική) με σκοπό την εξυπηρέτηση των Οικονομικών συμφερόντων ενός μικρού μέρους της κοινωνίας και κατόπιν η πραγματοποίηση των οικονομικών του συμφερόντων να χρησιμοποιείται σε ατομικό επίπεδο (απ τους μετέχοντες σε αυτή την τάξη) για την ενδυνάμωση της προσωπικής τους Κανονιστικής ικανότητας. Δηλαδή Κ – ΟΙΚ – Κ΄ ή Κ συλλογικής - ΟΙΚ – Κ΄ ατομικής-ιδιωτικής .
(Από την συνολική ισχύ της Κ΄ δηλαδή από την συνολική προσωπική δυνατότητα επιβολής της θέλησης ενός εγκληματία οικονομικού εξουσιαστή, ένα μέρος διοχετεύεται στην ιδιωτική του σφαίρα και ένα άλλο διοχετεύεται στη συνεργασία με άλλους ιδιώτες οικονομικούς εγκληματίες (μέλη του ίδιου μεγάλου οργανωμένου εγκλήματος) για την μορφοποίηση και προσαρμογή της συνολικής Κ στις απαιτήσεις της δικής τους ταξικής συλλογικής ΟΙΚ)
Σε αυτό το σημείο η Κανονιστική-«νομοθετική» εξουσία μας παρουσιάζεται και σαν καθοριστικό ΜΕΣΟΝ και σαν απώτερος ΣΚΟΠΟΣ. ( Δείκτης του μεγέθους της αξίας της και επομένως τεράστιας απορίας άξιον το πώς δεν έχει μέχρι τώρα αξιολογηθεί και ενταχθεί κατάλληλα μέσα στα πλαίσια του κοινωνικού προτάγματος των αντικαθεστωτικών δυνάμεων!!!!!)
Ετούτο σημαίνει ότι η δράση των ολιγαρχών γίνεται στη βάση των απαιτήσεων-συμφερόντων του απώτερου σκοπού τους (Κ΄), ότι στη βάση των απαιτήσεων του απώτερου σκοπού τους γίνεται η διαρκής προσαρμογή των μέσων και των διαδικασιών που χρησιμοποιούν για την υλοποίησή του. Για μας αυτή είναι η σχέση μέσου- σκοπού. (Μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα υπάρχουν αρκετές ατομικές περιπτώσεις όπου δεν χρησιμοποιούν την οικονομία σαν μέσον για τη μεγέθυνση της κανονιστικής τους ικανότητας (κ΄) αλλά χρησιμοποιούν είτε πολιτικά είτε καλλιτεχνικά είτε την φήμη είτε την γνωριμία με πολιτικούς ή οικονομικούς εξουσιαστές είτε με άλλα μέσα για να το πετύχουν. Δηλαδή κάποιοι που μπορούν, παρακάμπτουν την κατοχή της οικονομικής δύναμης και πηγαίνουν απ ευθείας στην κανονιστική, στηριζόμενοι σε άλλους παράγοντες που μπορούν να αποδώσουν κάποια κανονιστική ικανότητα. Αυτό τον στόχο (κ΄) κάποιων τον βλέπουμε και στην ιεραρχική δομή των συλλογικοτήτων, δείτε κείμενο « η κατάρα όλων των λαϊκών αγώνων», τον βλέπουμε ακόμα και μέσα σε κινήματα που αυτοπροσδιορίζονται δημοκρατικά αλλά μέσα σε αυτά κάποιες μικρές ομάδες ή άτομα βρίσκουν διάφορα τερτίπια «για να περνάει το δικό τους»!!!)
Ας υποθέσουμε όμως ότι ο τελικός σκοπός και του ολιγαρχικού οικονομικοπολιτικού συστήματος της αστικής τάξης του σήμερα δεν είναι το (Κ΄). Ας υποθέσουμε ακόμα ότι και του υποκειμένου (κοινωνίας) των αυριανών δημοκρατικών κοινοτιστικών συστημάτων δεν θα είναι το (Κ΄) – και ως ένα σημείο, όσον αφορά στις βασικές ανάγκες, δεν θα είναι-.
Ας υποθέσουμε επίσης ότι ο απώτερος σκοπός αυτών είναι η μόνο η Οικονομία.
Έτσι λοιπόν θα έχουμε τη σχέση Κ – ΟΙΚ. Αλλά και έτσι να είναι, εξ αιτίας του βαθμού σημαντικότητας του μέσου (καθοριστικού) θα ανήκει οπωσδήποτε σε εκείνες τις υλικές περιπτώσεις όπου η αιτία προκαλεί ένα αποτέλεσμα και το αποτέλεσμα αυτό δρα σαν αιτία και προκαλεί για αποτέλεσμα την αιτία του που το δημιούργησε. Όπως για παράδειγμα η σχέση κότας-αυγού.
Άπαξ λοιπόν και παγιώνεται αρχικά μια σχέση «κύκλησης» καθίσταται δύσκολος ο διαχωρισμός αιτίας- αποτελέσματος ή μέσου-σκοπού (η κότα κάνει το αυγό ή το αυγό την κότα;) και στην πράξη ο άνθρωπος άλλοτε θέτει σαν σκοπό του την αιτία-μέσον και άλλοτε το αποτέλεσμα-σκοπό για να μπορεί να κάνει αναπαραγωγή του ενός ή του άλλου ή και των δύο.
Επομένως αν για κάποιους δεν διαφαίνεται ότι η νομοθετική εξουσία είναι ο σκοπός τότε απομένει να το εντάξει (ο καλοπροαίρετος) τουλάχιστον στην κατηγορία του καθοριστικού μέσου.
ΠερΙ καθοριστικΩν μΕσων
Τα καθοριστικά μέσα είναι εκείνα τα μέσα τα οποία για την επίτευξη του σκοπού είναι απόλυτα απαραίτητα και δεν μπορούν να αντικατασταθούν από άλλα μέσα. Το καθοριστικό τους στοιχείο συνδέεται με το καθοριστικό στοιχείο του σκοπού ( ή του στόχου) και έτσι μπορεί να εντάσσεται σαν δομικό -και άρα απαραίτητο- μέσον για την υλοποίηση του απώτερου σκοπού.
Τα καθοριστικά μέσα είναι δομικά στοιχεία του όλου σκοπού με την ιδιότητα όμως του μέσου γιατί ο απώτερος σκοπός ταυτίζεται με το αποτέλεσμα της χρήσης των μέσων.
Στη διαδικασία της πράξης οι καθοριστικοί στόχοι (υλικές καταστάσεις) βρίσκονται κατά κανόνα κοντά στο αποτέλεσμα. Είναι «εκείνες οι σταγόνες που ξεχειλίζουν το ποτήρι» είναι εκείνες οι υλικές καταστάσεις που επιφέρουν κυρίως μόνο κάποιο ή κάποια συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Κατά κανόνα η ανθρώπινη συνολική πράξη δομείται πυραμιδικά από ένα σύνολο δράσεων. Στη βάση υπάρχουν πολλές δραστηριότητες και οι περισσότερες από αυτές, ανάλογα με τις υποκειμενικές ή αντικειμενικές συνθήκες, μπορούν να επιδέχονται την χρήση εναλλακτικών μέσων για την επίτευξη του ιδίου αποτελέσματος. Αλλά όσο προχωράμε προς την κορυφή του αποτελέσματος τα εναλλακτικά μέσα λιγοστεύουν.
Σημείωση:
Τα απόλυτα καθοριστικά μέσα, εκείνα δηλαδή που βρίσκονται σε άμεση «επαφή» με την κορυφή (αποτέλεσμα) μπορούν για πρακτικούς λόγους, να εκληφθούν συμβατικά και σαν απώτερος σκοπός.
Έτσι στην περίπτωσή μας το «ΟΛΗ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΟ ΛΑΟ» ακόμα και σαν καθοριστικό μέσον θα έπρεπε να προβάλλεται σαν δομικό στοιχείο του κεντρικού σκοπού (και όχι να αποσιωπείται πλήρως)
Επίσης στα καθοριστικής σημασίας μέσα ανήκει και η εκτελεστική. Εδώ είπαμε ότι υπονοείται ότι θα πρέπει να ανήκει και αυτή στο λαό γιατί διαφορετικά δεν μπορεί να ανήκει η νομοθετική στο λαό. Κάποιοι όμως, και όχι ίσως άδικα, μπορεί πουν ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο και ότι θα πρέπει και αυτό να παρουσιάζεται καθαρά στην συμπυκνωμένη έκφραση του σκοπού. Κάτι δηλαδή σαν το «όλη η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία στο λαό».
(Ακόμα στα καθοριστικής σημασίας μέσα μπορεί να ταχθεί και η οικονομία. Όμως η οικονομία, σαν οικονομικό σύστημα, είναι ευθύ αποτέλεσμα του είδους της πολιτικής εξουσίας. Οποιαδήποτε μορφή παίρνει η οικονομία εξαρτάται από το σε ποιόν ανήκει πραγματικά η νομοθετική εξουσία-σε σχέση με το βαθμό ανάπτυξης των μέσων παραγωγής-)
Άρα και εν κατακλείδι, όλες οι πιο πάνω αναφορές στοχεύουν στο να καταδείξουν, έστω και απ αυτή την οπτική γωνία, το τεράστιο μέγεθος της κανονιστικής εξουσίας στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Ένα τεράστιο μέγεθος το οποίο είτε δεν είχε προβληθεί επαρκώς ιστορικά από τις φερόμενες αντικαθεστωτικές δυνάμεις είτε είχε θαφτεί εντελώς γιατί είτε δεν είχε διαγνωστεί η πραγματική αξία του είτε γιατί οι ολιγαρχικές συνειδήσεις κάποιων τους οδηγούσε στο να το αποκρύψουν-θάψουν εντελώς. Επομένως πρέπει να τεθεί άμεσα το σύνθημα –σκοπός- «όλη η νομοθετική εξουσία στο λαό» ή το πιο επεξηγηματικό «όλη η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία στο λαό»…..
ΥΓ
1) «το πρώτο βήμα της λαϊκής επανάστασης θα είναι , η κατάκτηση της δημοκρατίας..».
2) «.. Η αυριανή κοινωνία δεν πρέπει να είναι πια ένας κοινοβουλευτικός αλλά ένας εργατικός οργανισμός, ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΣ και ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ συγχρόνως.
Ενώ μέχρι τώρα οι λαοί αποφασίζουν κάθε 4 χρόνια ποιο από τα μέλη της κυρίαρχης τάξης θα τον «αντιπροσωπεύει» και θα τον καταπιέζει μέσα από το κοινοβούλιο ενώ μέχρι σήμερα τον βάζουν να αποφασίζει ποιος θα του απαγορεύει δια της βίας να ξανά αποφασίζει για τη ζωή του, αύριο η καθολική ψηφοφορία θα χρησιμεύει στο λαό, που θα είναι οργανωμένος σε Δήμους-κοινότητες, ως μέσο για την εξεύρεση των απαιτούμενων εργατών, ελεγκτών, λειτουργών για τις ανάγκες του, όπως ακριβώς ένα άτομο εκλέγει τους ατομικούς υπαλλήλους του για τις δικές του ανάγκες. Η εκλεγμένοι θα είναι μόνο εκτελεστικά όργανα του λαού και όχι αποφασιστικά δηλαδή θα είναι πραγματικοί αντιπρόσωποί του. Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΘΑ ΑΝΗΚΕΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟ ΛΑΟ »